δεκαεξαέτης

δεκαεξαέτης
και δεκαεξατής (θηλ. δεκαεξαέτις)
1. ηλικίας δεκάξι χρόνων
2. διάρκειας δεκάξι ετών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δεκάξι + -ετης < έτος. Η λ. δεκαεξαέτης μαρτυρείται από το 1887 στον Αλ. Σ. Κάσδαγλη].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Братья Эммануил — Мемориальная доска установленная в крепости Небойша Белград …   Википедия

  • δεκαεξαετία — η περίοδος δεκαέξι ετών. [ΕΤΥΜΟΛ. < δεκαεξαέτης. Η λ. μαρτυρείται από το 1894 στην εφημερίδα Ακρόπολις] …   Dictionary of Greek

  • εκκαιδεκέτης — ἑκκαιδεκέτης και ἑκκαιδεκαέτης, ο (θηλ. εκκαιδεκέτις) δεκαεξαετής …   Dictionary of Greek

  • εκκαιδεκαέτης — ἑκκαιδεκαέτης, ο (Α) 1. αυτός που έχει ηλικία δεκαέξι ετών, ο δεκαεξαετής 2. περίοδος που αποτελείται από δεκαέξι χρόνια, η δεκαεξαετία …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”